Εγώ, η ανατολή
Ανατολή το όνομά μου, γεμάτο ζωή και φως. Μαλλιά σαν ηλιαχτίδες, μάτια τρομαγμένα κοιτάζουν το χθες. Φόβοι σαλεύουν το μυαλό. Κουκούλι τυλιγμένο το εγώ μου, κρύβεται στα έγκατα της ψυχής μου. Μοίρα μέσα από θάνατο και γέννα. Αγάπες και λάθη που εκδικούνται. Ντυμένη φλόγα και μετάξι παίρνω τη δερμάτινη βαρκούλα και ταξιδεύω ως τη Θράκη. Στο παλιό αρχοντικό περιμένουν η Ευδοκία, η Σμαρώ και η Σουλτάνα. Δύσκολο το αντάμωμα, μεταξοσκώληκες ανάμεσά μας... Αργά αργά τυλίγουν στο νήμα τους ιστορίες, σκάνδαλα, μίση και προσδοκίες. Αράζω τη βαρκούλα στην αγκαλιά του Ρήγα. Κάνει ζωγραφιά το ξεχασμένο μυστικό μου. Γράφω στην άμμο... Είναι ζωές που δεν φτάνουν για εσένα. Δίπλα στο κύμα ρουφάω τον έρωτα μέσα από τα μάτια του. Κόκκινο κρασί τα φιλιά του. Μεθύσι το πάθος του. Δένω τα χέρια μου στα δικά του και προχωρώ...